Ο Τομ Ρόμπινς (που παρεμπιπτόντως είναι ένας από τους αγαπημένους μου συγγραφείς) αναφέρει σε κάποια φάση πως η δυστυχία είναι η υπέρτατη μορφή της αυτόενασχόλησης. Συγκεκριμένα στο βιβλίο του «Το άρωμα του ονείρου», μέσα από τα λόγια που έβαλε στο στόμα του Δρ. Γουίγκς Ντανυμπόυ, ιδρυτή του «Τελευταίου Γέλιου», αναφέρει:
«Όταν δεν είσαι ευτυχισμένος, φτάνεις να δίνεις μεγάλη σημασία στον εαυτό σου και αρχίζεις να τον παίρνεις πολύ στα σοβαρά. Οι πραγματικά ευτυχισμένοι άνθρωποι, εννοώ δηλαδή, οι άνθρωποι που αληθινά γουστάρουν τους εαυτούς τους, δεν σκέφτονται τόσο πολύ τους εαυτούς τους. Ο δυστυχισμένος αγανακτεί όταν προσπαθείς να τον ευθυμήσεις γιατί αυτό σημαίνει πως πρέπει να πάψει ν’ ασχολείται με τον εαυτό του και να αρχίσει να προσέχει τον κόσμο ολόκληρο.»
Όλα ωραία μέχρι εδώ. Θα συμφωνήσω απόλυτα μαζί του. Μα δεν αρκεί μόνο αυτό. Όχι μόνο γουστάρουμε την δυστυχία, τη μιζέρια και την μεμψιμοιρία που την συνοδεύουν, αλλά (και εδώ είναι το ωραίο!) τη δυστυχία την προκαλούμε μόνοι μας. Κανείς, πέραν του εαυτού μας, δεν είναι σε θέση να μας κάνει δυστυχισμένους. Γιατί οι προσδοκίες μας, και μόνο αυτές, μας ανυψώσουν στα ουράνια αν εκπληρωθούν ή μας ρίχνουν στα τάρταρα αν αποτύχουμε να τις αγγίξουμε. Τα πάντα είναι μέσα στο μυαλό μας. Ο γκόμενος είναι μαλάκας, ο εργοδότης κόπανος, οι γονείς σπαστικοί, οι φίλοι/ές ανάξιοι εμπιστοσύνης, ο υπάλληλος στον γκισέ ένα πραγματικό αρχίδι, το πορτοφόλι άδειο και η καινούρια βαφή είναι τρεις τόνους πιο ανοιχτή και πρέπει να παστωθείς με make-up για να μην μοιάζεις ψόφια. Είναι αλήθεια όμως όλα αυτά? Και αξίζει να είναι κανείς δυστυχισμένος για τέτοιους λόγους?
Οι σχέσεις είναι σαν ένα μεγάλο πολυκατάστημα, στυλ ΙΚΕΑ. Βλέπεις την έκθεση όπου όλα είναι μελετημένα μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια και αποφασίζεις τι σου αρέσει, τι θα ψωνίσεις. Πηγαίνεις στην αποθήκη, παίρνεις τα είδη που επιθυμείς, περνάς από το ταμείο, ΠΛΗΡΩΝΕΙΣ και πας σπιτάκι σου να συναρμολογήσεις το μαραφέτι που αγόρασες. Οϊμέ! Τι δυστυχία!!! Η βιβλιοθήκη καλύπτει τους διακόπτες και το χρώμα του καναπέ ΔΕΝ ταιριάζει με τις κουρτίνες. Σου μένει είτε να τα φουντάρεις από το παράθυρο ή να επαναπροσδιορίσεις τον χώρο σου. (Η επιλογή να τα επιστρέψεις στο κατάστημα δεν ισχύει ούτε για την ζωή ούτε για το ΙΚΕΑ. Άπαξ και ανοίξεις την συσκευασία … λούσου τα!) Και δώσ’ του μεσάνυχτα να αλλάζεις την διαρρύθμιση του σαλονιού (που σε βόλευε απίστευτα) και να κινδυνεύεις λόγω θορύβου να σου κάνουν έξωση. Και ο λόγος που επιλέγεις να χωθείς στα σκατά είναι ότι τα πλήρωσες τα ρημάδια και δεν θες να πάνε τα λεφτά σου τζάμπα.. Έτσι είναι και με τις σχέσεις (ερωτικές, επαγγελματικές, φιλικές κτλ). Όταν φτάσεις στο σημείο να ανακαλύψεις ότι ο άλλος δεν σου κάνει, έχεις ήδη ξοδέψει πολύ κόπο και ενέργεια στο να στήσεις την σχέση, ώστε αναγκάζεσαι να συμβιβαστείς και να επαναπροσδιορίσεις την ζωή σου προκειμένου να τον χωρέσεις, όσο βολικά και άνετα κι αν ήταν πριν τα πράγματα. Και ο άλλος δεν φταίει περισσότερο από ότι φταίει ο καναπές που τελικά είναι πράσινο lemongrass και όχι βεραμάν. Δεν φταίει ο άλλος που είναι μαλάκας. Φταις εσύ που αφενός δεν το είδες εγκαίρως και που παρ’ αυτά και ενάντια σε κάθε λογική τον έκανες στο μυαλό σου θεό και περίμενες να είναι κάτι άλλο από αυτό που πραγματικά είναι.
Δεν λέω να μην έχουμε απαιτήσεις. Αυτό που λέω είναι να είμαστε ειλικρινείς με τους εαυτούς μας και τις ανάγκες μας. Και κυρίως πριν από οποιαδήποτε «αγορά» να το έχουμε ψάξει πολύ καλά το ζήτημα. Και ας μην συμβιβαζόμαστε τόσο εύκολα. Το να χρυσώνεις το χάπι δεν το κάνει λιγότερο δύσκολο στην κατάποση ή λιγότερο δύσπεπτο.
Την επόμενη φορά, λοιπόν, που θα νιώσουμε αδικημένοι, ταπεινωμένοι, παραγκωνισμένοι και δεν ξέρω και εγώ τι άλλο εις –μένοι, ας σκεφτούμε πως δεν μας φταίει κανείς άλλος πέρα από την ίδια την αφεντιά μας, τις προσδοκίες μας και τους συμβιβασμούς που κάνουμε προκειμένου να τις εκπληρώσουμε. Έτσι όμως το όνειρο δεν έχει ήδη χαλάσει?
«Όταν δεν είσαι ευτυχισμένος, φτάνεις να δίνεις μεγάλη σημασία στον εαυτό σου και αρχίζεις να τον παίρνεις πολύ στα σοβαρά. Οι πραγματικά ευτυχισμένοι άνθρωποι, εννοώ δηλαδή, οι άνθρωποι που αληθινά γουστάρουν τους εαυτούς τους, δεν σκέφτονται τόσο πολύ τους εαυτούς τους. Ο δυστυχισμένος αγανακτεί όταν προσπαθείς να τον ευθυμήσεις γιατί αυτό σημαίνει πως πρέπει να πάψει ν’ ασχολείται με τον εαυτό του και να αρχίσει να προσέχει τον κόσμο ολόκληρο.»
Όλα ωραία μέχρι εδώ. Θα συμφωνήσω απόλυτα μαζί του. Μα δεν αρκεί μόνο αυτό. Όχι μόνο γουστάρουμε την δυστυχία, τη μιζέρια και την μεμψιμοιρία που την συνοδεύουν, αλλά (και εδώ είναι το ωραίο!) τη δυστυχία την προκαλούμε μόνοι μας. Κανείς, πέραν του εαυτού μας, δεν είναι σε θέση να μας κάνει δυστυχισμένους. Γιατί οι προσδοκίες μας, και μόνο αυτές, μας ανυψώσουν στα ουράνια αν εκπληρωθούν ή μας ρίχνουν στα τάρταρα αν αποτύχουμε να τις αγγίξουμε. Τα πάντα είναι μέσα στο μυαλό μας. Ο γκόμενος είναι μαλάκας, ο εργοδότης κόπανος, οι γονείς σπαστικοί, οι φίλοι/ές ανάξιοι εμπιστοσύνης, ο υπάλληλος στον γκισέ ένα πραγματικό αρχίδι, το πορτοφόλι άδειο και η καινούρια βαφή είναι τρεις τόνους πιο ανοιχτή και πρέπει να παστωθείς με make-up για να μην μοιάζεις ψόφια. Είναι αλήθεια όμως όλα αυτά? Και αξίζει να είναι κανείς δυστυχισμένος για τέτοιους λόγους?
Οι σχέσεις είναι σαν ένα μεγάλο πολυκατάστημα, στυλ ΙΚΕΑ. Βλέπεις την έκθεση όπου όλα είναι μελετημένα μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια και αποφασίζεις τι σου αρέσει, τι θα ψωνίσεις. Πηγαίνεις στην αποθήκη, παίρνεις τα είδη που επιθυμείς, περνάς από το ταμείο, ΠΛΗΡΩΝΕΙΣ και πας σπιτάκι σου να συναρμολογήσεις το μαραφέτι που αγόρασες. Οϊμέ! Τι δυστυχία!!! Η βιβλιοθήκη καλύπτει τους διακόπτες και το χρώμα του καναπέ ΔΕΝ ταιριάζει με τις κουρτίνες. Σου μένει είτε να τα φουντάρεις από το παράθυρο ή να επαναπροσδιορίσεις τον χώρο σου. (Η επιλογή να τα επιστρέψεις στο κατάστημα δεν ισχύει ούτε για την ζωή ούτε για το ΙΚΕΑ. Άπαξ και ανοίξεις την συσκευασία … λούσου τα!) Και δώσ’ του μεσάνυχτα να αλλάζεις την διαρρύθμιση του σαλονιού (που σε βόλευε απίστευτα) και να κινδυνεύεις λόγω θορύβου να σου κάνουν έξωση. Και ο λόγος που επιλέγεις να χωθείς στα σκατά είναι ότι τα πλήρωσες τα ρημάδια και δεν θες να πάνε τα λεφτά σου τζάμπα.. Έτσι είναι και με τις σχέσεις (ερωτικές, επαγγελματικές, φιλικές κτλ). Όταν φτάσεις στο σημείο να ανακαλύψεις ότι ο άλλος δεν σου κάνει, έχεις ήδη ξοδέψει πολύ κόπο και ενέργεια στο να στήσεις την σχέση, ώστε αναγκάζεσαι να συμβιβαστείς και να επαναπροσδιορίσεις την ζωή σου προκειμένου να τον χωρέσεις, όσο βολικά και άνετα κι αν ήταν πριν τα πράγματα. Και ο άλλος δεν φταίει περισσότερο από ότι φταίει ο καναπές που τελικά είναι πράσινο lemongrass και όχι βεραμάν. Δεν φταίει ο άλλος που είναι μαλάκας. Φταις εσύ που αφενός δεν το είδες εγκαίρως και που παρ’ αυτά και ενάντια σε κάθε λογική τον έκανες στο μυαλό σου θεό και περίμενες να είναι κάτι άλλο από αυτό που πραγματικά είναι.
Δεν λέω να μην έχουμε απαιτήσεις. Αυτό που λέω είναι να είμαστε ειλικρινείς με τους εαυτούς μας και τις ανάγκες μας. Και κυρίως πριν από οποιαδήποτε «αγορά» να το έχουμε ψάξει πολύ καλά το ζήτημα. Και ας μην συμβιβαζόμαστε τόσο εύκολα. Το να χρυσώνεις το χάπι δεν το κάνει λιγότερο δύσκολο στην κατάποση ή λιγότερο δύσπεπτο.
Την επόμενη φορά, λοιπόν, που θα νιώσουμε αδικημένοι, ταπεινωμένοι, παραγκωνισμένοι και δεν ξέρω και εγώ τι άλλο εις –μένοι, ας σκεφτούμε πως δεν μας φταίει κανείς άλλος πέρα από την ίδια την αφεντιά μας, τις προσδοκίες μας και τους συμβιβασμούς που κάνουμε προκειμένου να τις εκπληρώσουμε. Έτσι όμως το όνειρο δεν έχει ήδη χαλάσει?
1 σχόλιο:
μεμψιμοιρία. Να ένας λπογος για εμένα να σου πω ότι αυτό το ποστ σου είναι καλύτερο από πολλά δικά μου. Αλλά δεν θα ήταν αρκετός. Η παρομοίωση ήταν υπέροχη. Γενικά συμφωνώ σε μεγάλο βαθμό με το γραπτό σου. Κυρίως στο ότι οι γυναίκες -κατά μέσο όρο- άμα μπουν σε σχέση οι σύντροφοί τους χάνουν σχεδόν κάθε ελάτομα ... αλλά και στο ότι οι άνθρωποιήμαστε της ρουτίνας του προδιαδιγραμμένου και του ελάχιστου κόπου. Και ότι η αυτογνωσία που μας ζητάς είναι όντως έαν πικρότατο χάπι, που σαν πάρεις ραγίζει ψευδαισθήσεις και καταστρέφει όνειρα. Μου άρεσε πάρα πολύ σαν κείμενο. Μπράβο.
Δημοσίευση σχολίου